Vasile Stancu

New Testament Greek for Beginners

(Based on the book with the same title by Gresham Machen, The MacMillan Company, 1923)

References

Contract Verbs

591. The present system of φιλέω, I love, is as follows:



Pres. Act Imperf. Act Pres. Mid. and Pass. Imperf. Mid. and Pass.
Indic. sg 1 (φιλέω) φιλῶ (ἐφίλεον) ἐφίλουν (φιλέομαι) φιλοῦμαι (ἐφιλεόμην) ἐφιλούμην
2 (φιλέεις) φιλεῖς (ἐφίλης) ἐφίλεις (φιλέῃ) φιλῇ (ἐφιλέου) ἐφιλοῦ
3 (φιλέει) φιλεῖ (ἐφίλεε) ἐφίλει (φιλέεται) φιλεῖται (ἐφιλέετο) ἐφιλεῖτο
pl 1 (φιλέομεν) φιλοῦμεν (ἐφιλέομεν) ἐφιλοῦμεν (φιλεόμεθα) φιλούμεθα (ἐφιλεόμεθα) ἐφιλούμεθα
2 (φιλέετε) φιλεῖτε (ἐφιλέετε) ἐφιλεῖτε (φιλέεσθε) φιλείσθε (ἐφιλέεσθε) ἐφιλεῖσθε
3 (φιλέουσι(ν)) φιλοῦσι(ν) (ἐφίλεον) ἐφίλουν (φιλέονται) φιλοῦνται (ἐφιλέοντο) ἐφιλοῦντο
Subj. sg 1 (φιλέω) φιλῶ (φιλέωμαι) φιλῶμαι
2 (φιλέῃς) φιλῃς (φιλῇ) φιλῇ
3 (φιλέῃ) φιλῇ (φιλέηται) φιλῆται
pl 1 (φιλέωμεν) φιλῶμεν (φιλεώμεθα) φιλώμεθα
2 (φιλέητε) φιλῆτε (φιλέησθε) φιλῆσθε
3 (φιλέωσι(ν)) φιλῶσι(ν) (φιλέωνται) φιλῶνται
Imp. sg 2 (φίλεε) φίλει (φιλέου) φιλοῦ
3 (φιλεέτω) φιλείτω (φιλεέσθω) φιλείσθω
pl 2 (φιλέετε) φιλεῖτε (φιλέεσθε) φιλεῖσθε
3 (φιλεέτωσαν) φιλείτωσαν (φιλεέσθωσαν) φιλείσθωσαν
Infin. (φιλέειν) φιλεῖν (φιλέεσθαι) φιλεῖσθαι
Part. m (φιλέων) φιλῶν (φιλεόμενος) φιλούμενος
f (φιλέουσα) φιλοῦσα (φιλεομένη) φιλουμένη
n (φιλέον) φιλοῦν (φιλεόμενον) φιλούμενον